Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

Η μεγάλη φυγή των νέων του Κιθαιρώνα



Γνωρίζουμε ότι η μέση ελληνική οικογένεια δαπανά ένα σημαντικό ποσό από τον προυπολογισμό της για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των παιδιών, κυρίως κατά το χρονικό διάστημα, που αυτά φοιτούν στις τελευταίες τάξεις της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το φαινόμενο αυτό, που μας είναι γνωστό είτε με βάση τις  εμπειρικές μας παρατηρήσεις και τα βιώματα, είτε με βάση επιστημονικές έρευνες (βλπ. Εκθέσεις ΚΑΝΕΠ – ΓΣΣΕ), καταδεικνύει ότι οι δαπάνες αυτές, που κατευθύνονται κυρίως στην λεγόμενη σκιώδη εκπαίδευση   (πρωτευόντως δίδακτρα ιδιωτικών φροντιστηρίων και δευτερευόντως αγορά σχολικών βοηθημάτων), κυμαίνονται σε υψηλά επίπεδα και συναγωνίζονται τις δαπάνες, που αφορούν την συντήρηση και αναπαραγωγή μίας οικογένειας (λ.χ. δαπάνες διατροφής).

Το ύψος των δαπανών αυτών εξηγείται κυρίως από την επιθυμία και θέληση τόσο των γονιών όσο και των παιδιών για συνέχιση της εκπαιδευτικής πορείας μέχρι και τις αίθουσες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή των πανεπιστημιακών σχολών. Επιθυμία και θέληση, που αντιστοιχεί στην προσδοκία για κατάκτηση της γνώσης, για κοινωνική καταξίωση και κυρίως για επαγγελματική κατοχύρωση στα πλαίσια μίας απαιτητικής αγοράς εργασίας, που λειιτουργεί σε συνθήκες διαρκούς κρίσης και αναδιάρθρωσης.

Τα τελευταία δύο έτη της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, χαρακτηρίζονται όχι μόνο από την αύξηση των προαναφερομένων δαπανών αλλά και από την εντατικοποίηση της μαθητικής εργασίας (κοινώς διάβασμα και παρακολούθηση βοηθητικών μαθημάτων), ενόψει των πανελλαδικών εξετάσεων, που αποτελούν  και την κομβική δοκιμασία για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Τελικά οι θυσίες γονιών και παιδιών, αν και πολλές φορές επιβραβεύονται με την επίτευξη του αρχικού βασικού στόχου, δηλαδή την είσοδο στις πανεπιστημιακές σχολές, επίσης πολλές φορές δε αρκούν για την ολοκλήρωση του στρατηγικού τους σκοπού, που δεν είναι άλλος από την ένταξη στην αγορά εργασίας με βάση τα κτηθέντα εκπαιδευτικά προσόντα. Ετσι ενώ είναι «θριαμβική» η είσοδος στις σχολές, η έξοδος από αυτές και η μετέπειτα πορεία σπέρνουν απογοήτευση, δεδομένου ότι το πανεπιστημιακό πτυχίο δεν αποδεικνύεται και το καλύτερο δυνατό όπλο για να αντιμετωπισθούν η οδυνηρή ανεργία, η εκμεταλλευτική ημιαπασχόληση και η ετεροαπασχόληση, που προκαλούν απογοήτευση στους ανθρώπους, που ασυγκράτητα, πλην εύλογα, αναζητούν την κοινωνική τους καταξίωση, δηλαδή στους νέους.

Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής, είναι η χρόνια παραμονή των νέων στην «σκέπη» της οικογένειας, δεδομένου ότι δεν διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για αυτοτελή διαβίωση και η εξωτερική μετανάστευση, η οποία τα τελευταία χρόνια, έχει λάβει διαστάσεις μάστιγας.

Τα φαινόμενα αυτά αγγίζουν και διατρέχουν και τις τοπικές κοινωνίες της ημιορεινής Μάνδρας Ειδυλλίας, δηλαδή τις περιοχές των Ερυθρών, των Βιλίων και της Οινόης, στις οποίες παρατηρούνται και πρόσθετες αρνητικές ιδιαιτερότητες και διαφοροποιήσεις.

Η, μετά από καταβολή υψηλών δαπανών και εντατικής μαθητικής εργασίας, είσοδος των νεών, από τις προαναφερόμενες περιοχές, στις πανεπιστημιακές σχολές, δεν αποτελεί παρά την έναρξη της διάσπασης της οικογένειας, που προκαλεί και αρνητικές επιπτώσεις στους κοινωνικούς ιστούς των ημιορεινών Κοινοτήτων. Συγκεκριμένα : Κατ΄αρχάς οι νέοι προκειμένου να παρακολουθήσουν τις σπουδές τους εγκαθίστανται σε διάφορους γεωγραφικούς τόπους των εδρών των σχολών, που εκπαιδευτικά εντάσσονται. Ετσι επί μία τετραετία ή πενταετία παύουν να είναι είναι ενεργά μέλη των τοπικών κοινωνιών, περιοριζόμενοι μόνον στην ιδιότητα του επισκέπτη. Στη συνέχεια, και μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους, επιλέγουν κατά κανόνα ως τόπους μόνιμης εγκατάστασης τα μεγάλα αστικά κέντρα, που τους προσφέρουν ευκαιρίες, με οποιουσδήποτε όρους, ένταξης στην αγορά εργασίας και ουσιαστικά αποκόπτονται από τις κοινωνίες καταγωγής τους. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στους εξής κυρίως λόγους:

        -  Υπάρχει αδυναμία κοινωνικής επανένταξης δεδομένου ότι οι εκ μέρους τους ζητούμενες θέσεις εργασίας, είτε είναι λιαν περιορισμένες, είτε κυρίως ανύπαρκτες.

        - Δεν υπάρχει προοπτική τοπικής διεύρυνσης της εξειδικευμένης απασχόλησης, δεδομένου ότι δεν υφίσταται προγραμματισμός έργων και δράσεων, που να διασφαλίζει την βιώσιμη ανάπτυξη με βασικό πυλώνα την απορρόφηση της προσφερόμενης εργασίας.

        -  Επικρατούν σε μεγάλο βαθμό οι πελατειακές σχέσεις και οι ατομικές επιλύσεις προβλημάτων απασχόλησης από φορείς κάθε επιπέδου πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας, πράγμα που λειτουργεί απαγορευτικά στην προοπτική αποδοχής εργασίας με βάση αντικειμενικά κριτήρια και προσόντα, που σχετίζονται με τους ενδιαφερόμενους.



Αποτέλεσμα της κατάστασης – εξέλιξης αυτής, είναι οι νέοι να μην αντιμετωπίζουν ως σοβαρό ενδεχόμενο την επανεγκατάστασή τους στις τοπικές κοινωνίες καταγωγής τους, τις οποίες και οριστικά εγκαταλείπουν. Το φαινόμενο αυτό, το οποίο επικρατεί τουλάχιστον κατά την τελευταία εικοσαετία, και οξύνεται κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα της καθολικής κρίσης, που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας, λαμβάνει, στον τόπο μας, διαστάσεις, όχι απλά εσωτερικής μετανάστευσης στα πλαίσια της κοινωνικής κινητικότητας, αλλά μαζικής φυγής των νέων από τους τόπους των οικογενειακών τους εστιών.



Η μαζική αυτή φυγή των νέων του Κιθαιρώνα προκαλεί δημογραφικά προβλήματα, που με την σειρά τους δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στην προοπτική ύπαρξης και προοπτικής των τοπικών κοινωνιών. Κάθε χρόνο οι κοινωνίες αυτές «χάνουν»  νέους ανθρώπους, που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στο στάδιο της ενηλικίωσής τους, χωρίς να υπάρχει όχι μόνον προοπτική, αλλά ούτε καν ενδεχόμενο επιστροφής τους. Οι τοπικές κοινωνίες «βουλιάζουν» στην βιολογική στασιμότητα και γίνονται κοινωνικοί χώροι μεσηλίκων και υπερηλίκων, που «απολαμβάνουν» τον μαρασμό και την κοινωνική καθίζηση. Πρόκειται για φαινόμενο «αιμορραγίας», που οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα στον «θάνατο» των κοινωνιών αυτών. Η μοναδική πλέον παρηγοριά των κοινωνιών αυτών είναι το Σαββατοκύριακο της επίσκεψης των απομακρυσμένων παιδιών τους και λίγες συλλογικές εκδηλώσεις και δραστηριότητες, που τροφοδοτούνται από τα περισσευούμενα ψίχουλα του δημοτικού προυπολογισμού.



Την οδυνηρή αυτή πορεία των τοπικών μας κοινωνιών, που προκαλείται από την μαζική φυγή των νέων μας οφείλουμε να την αναστρέψουμε. Για την αναστροφή αυτή απαιτείται διαρκής και επίμονος αγώνας, που, μεταξύ άλλων, θα αποβλέπει:

-         Στην ολοκληρωμένη μελέτη των αιτιών της μαζικής νεανικής φυγής, έτσι ώστε αρχικά να διαπιστώσουμε με επιστημονική επάρκεια τις αιτίες, που την γεννά και στη συνέχεια να βρούμε τους ιδιαίτερους τρόπους καταπολέμησής τους.

-         Στην διεκδίκηση και εφαρμογή προγραμμάτων βιώσιμης ανάπτυξης με έργα και δράσεις, το αποτέλεσμα των οποίων θα συντείνει καθοριστικά στην δημιουργική και παραγωγική απορρόφηση της προσφερόμενης εξειδικευμένης εργασίας των παιδιών μας.

-         Στην παροχή κινήτρων και διευκολύνσεων επανεγκατάστασης των νέων.



Βασικός μοχλός,  φορέας και πυρήνας του αγώνα μας αυτού θα πρέπει να αποτέλεσουν οι αυτοδιοικητικοί θεσμοί, οι φορείς των οποίων οφείλουν να εγκαταλείψουν τις λογικές των «άρτων και θεαμάτων» και να ασπασθούν έμπρακτα, προγραμματικά και  αποτελεσματικά την προοπτική βιολογικής και κοινωνικής αναγέννησης του τόπου μας.



Εμείς ως μεσήλικες, που βιώνουμε την πρόωρη αποκοπή των παιδιών μας από τις οικογενειακές τους εστίες, την μαζική τους φυγή από τον τόπο καταγωγής τους και την παρακμή των τοπικών μας κοινωνιών, δεν ζητούμε απλά από τους αυτοδικοικητικούς φορείς να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προβλήματος. Κυρίως το απαιτούμε γιατί αφορά την δική μας ύπαρξη και το μέλλον των παιδιών μας………



Κοινότητα Ερυθρών 1η Μαρτίου 2020

Παναγιώτης Απ. Κουτσουλέλος

-                    

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ: 10 Ερωτήματα αναζητούν απαντήσεις

  Και ενώ βαίνουμε ολοταχώς προς τις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου και οι υποψήφιοι δήμαρχοι με τις παρατάξεις, που έχουν συγκροτήσει έχου...