Η Πέμπτη, είναι για εμένα, μια
ιδιαίτερη, από επαγγελματική άποψη ημέρα, για τον λόγο ότι περαιώνω διάφορες
εργασίες στην πόλη της Ελευσίνας, πράγμα, που, για απροσδιόριστη αιτία με κάνει
πιο χαλαρό.
Λόγω της χαλαρότητας αυτής,
αλλά και της άνεσης του χρόνου, που διέθετα, αποφάσισα να μεταβώ, από το
Κριεκούκι στην πρωτεύουσα της Δυτικής
Αττικής, κάνοντας χρήση του αστικού λεωφορείου 861Β, που αναχωρούσε στις 9
π.μ..
Φέροντας στον ώμο μου την,
κατάμεστη από έγγραφα, δερμάτινη τσάντα μου κατευθύνθηκα από την κατοικία μου
στην περιοχή του τερματικού σταθμού. Πλησιάζοντας στο συγκεκριμένο σημείο
διαπίστωσα ότι το λεωφορείο είχε ήδη αφιχθεί, αναμένοντας επιβάτες για να
εκτελέσει τον σχεδόν ατέρμονο δρομολόγιό του. Έξω από το όχημα και πλησίον
αυτού έστεκε αγέρωχος ο οδηγός, με ένα λίαν απλανές βλέμμα και κυρίως με μία
έκφραση λύπης και απογοήτευσης. Η όλη στάση, το βλέμμα και η έκφραση του
εργαζόμενου αυτού πρόδιδε μία σιωπηρή κραυγή απόγνωσης του τύπου: «Τι
δουλειά έχω εδώ εγώ σ’ αυτόν τον περίεργο και απόμακρο τόπο;».
Αφού, προσπέρασα τον οδηγό,
τον οποίο και καλημέρισα, χωρίς να λάβω αντίστοιχη απόκριση, δεν επιχείρησα να
εισέλθω στο όχημα, αλλά κατευθύνθηκα προς το οπίσθιο μέρος αυτού, όπου
διαπίστωσα την ύπαρξη δύο ατόμων, αρσενικού γένους και απροσδιόριστης ηλικίας.
Τα άτομα αυτά, τα οποία ήταν προφανώς υποψήφιοι επιβάτες φαίνονταν να
περιεργάζονται στο σκάφος του λεωφορείου, με τρόπο, που φανέρωνε ότι καθόλου
έως σπανίως χρησιμοποιούσαν αστική συγκοινωνία.
Από τις φυσιογνωμίες τους,
αλλά κυρίως και από την προπεριγραφόμενη συμπεριφορά τους έκρινα ότι δεν έπρεπε
να ήταν Κριεκουκιώτες και ότι μάλλον θα προέρχονταν από κάποιο κοντινό χωριό
της Βοιωτίας. Θα πρέπει να αναφέρω στο σημείο αυτό ότι η κρίση μου αυτή, μπορεί
να ήταν αυθαίρετη. Τούτο οφείλεται κυρίως σε αβάσιμες αντιλήψεις και
ανερμάτιστες ιδεοληψίες, που επικρατούν σε μία μερίδα της κοινωνίας του τόπου
της μόνιμης κατοικίας μου, σχετικά τους κατοίκους των γειτονικών χωριών.
Αντιλήψεις και ιδεοληψίες, που δεν με έχουν αφήσει ανέγγιχτο.
Θυμάμαι, όταν πριν από 20 και
πλέον χρόνια, υλοποιούσα την απόφασή μου για μόνιμη παραμονή μου στο Κριεκούκι,
δέχθηκα πολλές συμβουλές από ηλικιακά μεγαλύτερούς μου, νυν συμπολίτες μου.
Ειδικότερα, θυμάμαι, τον καλοσυνάτο, γείτονά μου, Τάκη Μπέλση, που αφού μου
ανέφερε, ότι έκανα πολύ καλή επιλογή ως προς τον τόπο της μόνιμης διαμονής μου
στην συνέχεια με συμβούλευε να ενσωματωθώ στην τοπική κοινωνία, παίρνοντας τα
καλά στοιχεία αυτής και αποκρούοντας τα κακά. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως
επί λέξει μου έλεγε: «Πρόσεξε γιατί διαφορετικά θα γένεις χερότερος από
αυτούς». Την συμβουλή του αυτή, εγώ λόγω του μικροαστικού μου εγωισμού, εγώ
απαξίωσα, μην λαμβάνοντας την καθόλου υπόψη. Αποτέλεσμα: Μετά από 20 χρόνια,
όχι μόνον να έχω γίνει χειρότερος, αλλά θα έλεγα και χείριστος.
Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω τις
αυτοκριτικές μου σκέψεις, όταν ο οδηγός, με μίαν απροσδιόριστη κραυγή, που
πρόδιδε ρητή εντολή, κάλεσε τους επιβάτες να εισέλθουν στο λεωφορείο, λόγω της
άμεσης αναχώρησής του.
Αμέσως μετά την είσοδό μας στο
λεωφορείο, τα δύο άτομα, που προανέφερα, αφού ευγενικά με καλημέρισαν, με ρώτησαν,
που θα βρουν εισιτήρια για την μεταφορά τους. Μόλις τους δήλωσα, ότι στην
περιοχή δεν υπάρχουν εκδοτήρια εισιτηρίων, κατάλαβα ότι κατακλύσθηκαν από
πικρία και απογοήτευση, αλλά και από άγχος, που προφανώς προκαλούταν, από το
ότι φαντάζονταν, ότι θα συνέβαινε σε ενδεχόμενο έλεγχο. Να σημειώσω ότι τα
αισθήματα αυτά, των προφανώς κοινωνικά υπεύθυνων και ευαίσθητων αυτών ανθρώπων,
ουδόλως είχαν προκληθεί και σε εμένα, ο οποίος, όντας προκλητικά αμέριμνος και
χωρίς καμία στοιχειώδη ενσυναίσθηση δημοσίου καθήκοντος, είχα επιβιβασθεί χωρίς
εισιτήριο.
Αμέσως με το που ξεκίνησε προς
αναχώρηση το λεωφορείο, αυτό διέκοψε απότομα την πορεία του. Ο λόγος ήταν ότι
κατά την αναχώρησή του από το σημείο του τερματικού του σταθμού, το λεωφορείο
συνάντησε απρόσμενα την πορεία επερχόμενου τρακτέρ από την οδό Πλαταιών προς το
κέντρο του χωριού. Ο οδηγός άρχισε να βρίζει με ακατάληπτες φράσεις τον οδηγό
του ελκυστήρα, ο οποίος ανταπέδιδε αντίστοιχες, όμοιας ποιότητας, φράσεις .
Στην συνέχεια η αντιπαράθεση κορυφώθηκε, δεδομένου ότι και οι δύο οδηγοί,
απευθυνόμενοι, ο ένας προς τον άλλον, προέβαιναν σε άσεμνες χειρονομίες. Τέλος,
και χωρίς να δοθεί κάποιο στίγμα αμοιβαίων εξηγήσεων, τα οχήματα συνέχισαν την
πορεία τους.
Φθάνοντας στο ύψος της Εθνικής
Τράπεζας, το λεωφορείο διέκοψε την πορεία του, προκειμένου να επιβιβασθούν οι
εκεί αναμένοντες επιβάτες. Πλησίον της στάσης αυτής, στην εξωτερική πλευρά της
καφετέριας του Μπάλα, έστεκε αγέρωχος ο ιδιοκτήτης της, ο οποίος, ενώ έδινε
κοφτές εντολές στους διαρκώς τρεχάτους ντελιβαράδες του, παρατηρούσε με ύφος
περηφάνειας και αυτοεπιβεβαίωσης την άφιξη του λεωφορείου, στην ύπαρξη του
οποίου θεωρούσε ότι είχε συμβάλει καθοριστικά.
Αμέσως με την είσοδό τους, από
το σημείο αυτό, οι επιβαίνοντες άρχισαν να ρωτούν εναγωνίως εάν υπάρχουν
εισιτήρια και από που μπορούν να τα προμηθευθούν. Η απόλυτη σιωπή την οποία
εισέπραξαν, δημιούργησε και σε αυτούς αισθήματα πικρίας και απογοήτευσης, τα
οποία όμως δεν τους παρακώλυσαν, δεδομένου ότι αμέσως μετά στρογγυλοκάθισαν
στις θέσεις της καμπίνας του λεωφορείου.
Η συνέχεια της πορείας μας
προς τα Βίλια ήταν εκνευριστικά ήσυχη. Ουδείς και ουδεμία μιλούσε σε κανένα, ουδείς και ουδεμία μιλούσε
στο κινητό και κάθε περίπτωση, ουδείς και ουδεμία παραμιλούσε.
Το λεωφορείο έφθασε στα Βίλια,
όπου ανέμεναν την επιβίβασή τους 5-6 άτομα. Αφού αντάλλαξαν αμοιβαία βλέμματα
καχυποψίας με τους ήδη υπάρχοντες επιβάτες από το Κριεκούκι, στην συνέχεια
άρχισαν να απευθύνουν εναγωνίως ερωτήματα σχετικά την ύπαρξη και την ανεύρεση
εισιτηρίων. Αφού εισέπραξαν στις εύλογες απορίες τους, σιωπή, στη συνέχεια
κατέλαβαν τις υφιστάμενες κενές θέσεις για να απολαύσουν την μεταφορική τους
μετάβαση στους τόπους προορισμού τους.
Οφείλω να σημειώσω, ότι κατά
την έλευση του λεωφορείου στα Βίλια και κατά τον χρόνο της εκεί επιβίβασης,
ο τοπικός Πρόεδρος της Κοινότητας,
έστεκε αντικρύζοντας με αυτοθαυμασμό την άφιξη του λεωφορείου. Προφανώς,
θεωρούσε ότι είχε και αυτός μερίδιο στην λειτουργία της αστικής συγκοινωνίας.
Η παρουσία τόσο του Προέδρου
της Κοινότητας Ερυθρών, όσο και αυτού των Βιλίων κατά την άφιξη του αστικού
λεωφορείου στους τόπους άσκησης των καθηκόντων τους, οφειλόταν προφανώς στα
προαναφερόμενα αισθήματα, που τους κατέκλυζαν. Σε τούτο μάλιστα συνηγορεί και
το ότι δεν προκύπτει από τις κείμενες νομοθετικές διατάξεις, θεσμική υποχρέωση
των Προέδρων των Δημοτικών Κοινοτήτων, να υποδέχονται τα αστικά λεωφορεία κατά
την άφιξή τους.
Ενώ το λεωφορείο, είχε ήδη
διέλθει από την στροφή εισόδου-εξόδου προς το Βίλια και κατευθυνόταν προς
Οινόη, στην περιοχή, που βρίσκεται σχεδόν απέναντι από το πρατήριο καυσίμων της
REVOIL, διέκοψε
την πορεία του προκειμένου να παραλάβει από την εκεί υφιστάμενη στάση
αναμένοντα επιβάτη.
Αμέσως μετά την επιβίβαση,
καταλάβαμε ότι είχε εισέλθει στο λεωφορείο μία ηλικιωμένη μαυροντυμένη κυρία,
που κρατούσε ένα χονδρό μπαστούνι και της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό ήταν
το λίαν ψυχρό, πλην όμως έντονα βλοσυρό της ύφος. Η επιβάτης, δεν είχε προλάβει
να βρει θέση, ότι το λεωφορείο ξεκίνησε απότομα. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα η
επιβάτης πρόσκαιρα να στροβιλιστεί και στην συνέχεια, αν όχι να «προσγειωθεί»,
να καθίσει αναγκαστικά σε θέση, που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από τα δύο άτομα
άγνωστης προέλευσης, που είχαν επιβιβασθεί μαζί μου από το Κριεκούκι. Λόγω της
απότομης κίνησης αυτής και της ταλαιπωρίας, που υπέστη η επιβάτης, αυτή
εκστόμισε υβριστικές φράσεις - τις
οποίες και που τις θυμάμαι ντρέπομαι – οι οποίες αφορούσαν στην γενετησία
δραστηριότητα των θηλυκών μελών της οικογένειας του οδηγού.
Η αλήθεια είναι ότι
προβληματίστηκα έντονα από την παρουσία και την συμπεριφορά της ηλικιωμένης
κυρίας, η οποία σημειώτεον μου θύμιζε κάτι, που όμως αδυνατούσα να το
προσδιορίσω.
Οι προβληματισμοί μου
συνεχίζονταν απτόητοι έως ότου φθάσαμε στο Μάζι ή κατά την καλλικρατική εκδοχή
Δημοτική Κοινότητα Οινόης. Ο λόγος της διακοπής των προβληματισμών μου δεν ήταν
άλλος παρά ένα ανεξήγητο και αξιοπερίεργο θέαμα, που αντίκρισα φθάνοντας στο
ύψος του εκεί ευρισκόμενου δημοτικού καταστήματος: Στην πρόσοψη του
καταστήματος είχε αναρτηθεί υπερμεγέθης πινακίδα στην οποία με τεράστια
γράμματα αναγράφονταν η φράση «ΛΗΞΙΑΡΧΕΙΟ ΟΙΝΟΗΣ – Γραφείο Ληξιάρχου», ενώ κατά
από αυτήν υπήρχε σαφώς μικρότερη ως προς το μέγεθος πινακίδα, όπου με μικρά
επίσης στο μέγεθος γράμματα αναγραφόταν η φράση «ΔΗΜΟΤΙΚΉ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΟΙΝΟΗΣ».
Προσπερνώντας από το σημείο
αυτό και έχοντας ήδη εντυπωσιασθεί από το προαναφερόμενο πρωτοφανές θέμα,
περιέπεσα σε κατάσταση πλήρους πνευματικής αδράνειας, απομακρύνοντας και το
τελευταίο ίχνος προβληματισμού, που προηγουμένως νοητικά με απασχολούσε.
Στην συνέχεια φθάσαμε στο ύψος
του οικισμού του Πανοράματος ή του Οικισμού ΤΙΤΑΝ όπως παλιότερα αποκαλούταν.
Εκεί επιβιβάσθηκαν περί τα 4-5 άτομα, τα οποία είχαν δύο βασικά χαρακτηριστικά
: Το πρώτο ήτα ότι διέθεταν ύφος, που θα το ζήλευε και ο τελευταίος
αυτοκράτορας των Αζτέκων και το δεύτερο ήταν ότι διέθεταν εισιτήρια.
Φθάνοντας στο ύψος της Αγίας
Σωτήρας, το λεωφορείο διέκοψε για μία
ακόμη φορά την πορεία του. Ήταν προφανές ότι στην εκεί ευρισκόμενη στάση ανέμενε επιβάτης.
Μόλις το άτομο εισήλθε στο λεωφορείο, κρίνοντας από το μπλε σκούρο κοστούμι,
που φορούσε, το ταμπελάκι, που έφερε στο πέτο και κυρίως το ύφος ρωμαίου
κήνσορα που είχε πάρει το πλαδαρό και ακατέργαστο πρόσωπό του, όλοι οι
συνεπιβάτες καταλάβαμε ότι δεν επρόκειτο για έναν συνηθισμένο επιβάτη.
Επρόκειτο για ελεγκτή του Ο.Α.Σ.Α. .
Αμέσως με την διαπίστωση αυτή,
εντός της καμπίνας του λεωφορείου επικράτησε πανικός. Ήταν μάλιστα τέτοιο το
μέγεθος του πανικού, αλλά και της αλλοφροσύνης, που επικράτησε, που θα μπορούσε
άνετα να τα συγκρίνει με τον πανικό και την αλλοφροσύνη, που επικράτησε στην
Κωνσταντινούπολη, όταν εισήλθε έφιππος και ορμών εντός αυτής ο Μωάμεθ ο Β΄ο
Πορθητής. Ο πανικός και η αλλοφροσύνη είχε προκαλέσει έντονη ψυχική αναστάτωση
σε όλους τους επιβάτες, πλην αυτών που είχαν επιβιβασθεί από τον οικισμό του
Πανοράματος, οι οποίοι έδειχναν, είτε αδιάφοροι στην καλύτερη περίπτωση, είτε
στην χειρότερη ενδόμυχα ευαρεστημένοι.
Δεν είχαμε προλάβει ακόμη να
συνέλθουμε από το σοκ, που είχαμε υποστεί, όταν ο ελεγκτής, με στεντόρεια φωνή,
ανέφερε ή μάλλον δήλωσε:
-«Τα εισιτήριά σας.»
Ενώ προετοίμαζα την σαθρή κατά
τα άλλα νομική επιχειρηματολογία μου προκειμένου να προασπίσω τα δικαιώματά μου
ως εξ ανάγκης λαθρεπιβάτης, διαπίστωσα ότι ο ελεγκτής κατευθυνόταν προς τα δύο
πρόσωπα, που είχαν επιβιβασθεί μαζί μου στο Κριεκούκι.
-«Τα εισιτήριά σας.»
Έμπλεα φόβου και οδύνης τα
άτομα αυτά, απέναντι στην ρητή και σαφή εντολή του ελεγκτή για την επίδειξη
του, κατά το νόμο προβλεπόμενου, παραστατικού, αποκρίθηκαν έμπλεα φόβου και
ταπεινότητας.
-«Ξέρετε εμείς……δεν
έχουμε…ψάξαμε στο Κριεκούκι αλλά δεν βρήκαμε….δεν θα το ξανακάνουμε ……ξέρετε…»
- «Δεν ξέρω τίποτε. Θα με
ακολουθήσετε στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα» τους δήλωσε ενώ περαιτέρω τους
ανέφερε τις οδυνηρές συνέπειες του νόμου εξ αιτίας της δόλιας συμπεριφοράς
τους.
Ενώ ο ελεγκτής συνέχισε να
αναφέρει προς τους άτυχους επιβάτες το ψαλτήρι των νομίμων συνεπειών, το
λεωφορείο άρχισε να διακόπτει την πορεία του, προφανώς γιατί θα επιβιβαζόταν
κάποιος, που ανέμενε στην επόμενη στάση.
Καθ΄όλο το τελευταίο χρονικό
διάστημα, και ενώ οι δύο επιβάτες άκουγαν αποσβολωμένοι τον ελεγκτή, την όλη
σκηνή παρακολουθούσε με επιτηδευμένη, θα έλεγε κανείς, προσήλωση, η περίεργη
ηλικιωμένη πορεία.
Ο ελεγκτής στην συνέχεια
απαίτησε, από τα δύο προαναφερόμενα πρόσωπα, αποδεικτικά στοιχεία της
ταυτότητάς τους.
-«Δεν τα έχουμε….ξέρετε;»
-
«Αν δεν τα έχετε εσείς, ποιος θα τα έχει: Η
Μαρία;», δήλωσε με ειρωνικό ύφος ο ελεγκτής.
-«Τα έχω εγώ». Δήλωσε
με αποφασιστικότητα η ηλικιωμένη.
- « Και που’ ντα;»
Δήλωσε ο έντονα απορημένος ελεγκτής.
- « Να’ τα ….πάρτα»
αντέλεξε η μαυροφορεμένη, η οποία αμέσως μετά ύψωσε το μπαστούνι και με
περίτεχνο τρόπο το κατέβασε στον ώμο του άτυχου ελεγκτή. Στην συνέχεια το ελεγκτικό
όργανο έχασε την ισορροπία του, τρέκλισε και μετακινήθηκε βίαια προς την μεσαία
θύρα του λεωφορείου, η οποία κατά την στιγμή εκείνη και ενώ το λεωφορείο
διέκοπτε την πορεία του, περιέργως πως άνοιξε. Αποτέλεσμα τοι ανοίγματος αυτού
σε συνδυασμό με την ακουσία μετακίνηση του ελεγκτή ήταν ο τελευταίος να βρεθεί
εκτός λεωφορείου και να επιπέσει στην άκρη του δρόμου, όπου κουτρουβαλίσθηκε
μέχρι να φθάσει σε παρακείμενο αγρό.
Ο οδηγός, όχι μόνο δεν
αντέδρασε για το φοβερό γεγονός που είχε συμβεί εντός του χώρου κυριαρχίας του,
αλλά στην συνέχεια έκλεισε την μεσαία θύρα συνεχίζοντας αμέριμνος την πορεία
του. Αντιθέτως ο έρμος ελεγκτής παρέμενε κατασκονισμένος εντός του αγρού, που
είχε καταλήξει, υβρίζοντας τους επιβάτες και αλλά του συνόλου της κοινωνίας.
Μόλις, εμείς οι άνευ
εισιτηρίου επιβαίνοντες, αντιληφθήκαμε τί ακριβώς είχε συμβεί και ότι όχι μόνο
ο έλεγχος είχε διακοπεί, αλλά και ότι είχαμε απαλλαγεί από τις συνέπειες του,
ξεσπάσαμε σε ζωηρά χειροκροτήματα και όχι μόνον. Πολλοί από τους επιβαίνοντες άρχισαν
να αγκαλιάζονται μεταξύ τους με πρόδηλη πανηγυρική χαρά. Ο καθήμενος μάλιστα
πίσω από εμένα, αγνώστων λοιπών στοιχείων, αλλοδαπός, μάλλον Ασιάτης, έσπευσε
να με εναγκαλισθεί, πράγμα, που εγώ ευχαρίστως αποδέχθηκα, δεδομένου ότι η
μεγάλη μου χαρά, είχε παραμερίσει κάθε ψήγμα ρατσιστικής μου διάθεσης.
Τελικά εν μέσω πανηγυρισμών το
λεωφορείο αφίχθη στην Ελευσίνα, όπου αποβιβάσθηκε το σύνολο των επιβατών,
μεταξύ των οποίων και εγώ, όπου θα ασκούσα τα σημερινά μου καθήκοντα
υπερασπίζοντας το νομό και το δίκαιο ………………………
Δημοτική
Κοινότητα Ερυθρών 27η Μαΐου
2022
Παναγιώτης Απ.
Κουτσουλέλος
Δημότης Μάνδρας
Ειδυλλίας