Το σημείωμά μου αυτό αποτελεί αναδημοσίευση ανάρτησης ιδίου κειμένου, που έλαβε χώρα στις 09.11.2019, το οποίο εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρο.
1.- ΣΥΝΤΟΜΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΙΑ ΤΑ ΤΕΛΗ ΥΠΟΝΟΜΩΝ (ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ)
1.1.-Με, την, με αριθμό
216/07.12.2015, απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Μάνδρας Ειδυλλίας εγκρίθηκε ο
Κανονισμός Υδρευσης – Αποχέτευσης του Δήμου Μάνδρας Ειδυλλίας. Με τη
διάταξη 3.11.2 α’ του εν λόγω Κανονισμού
ορίσθηκε ότι το τέλος χρήσης υπονόμων «..εισπράτετται μέσω των λογαριασμών
του νερού και το ύψος του είναι ποσοστιαίο της κατανάλωσης νερού».
1.2.- Με βάση τη διάταξη αυτή και
σε εκτέλεσή της, από το επόμενο έτος και μετέπειτα εκδόθηκαν αποφάσεις, με τις
οποίες το τέλος χρήσης υπονόμων για της Κοινότητες Ερυθρών και Βιλίων, ως
ποσοστό επί της κατανάλωσης ύδατος, ορίσθηκε σε 50% επ΄αυτής. Η πλέον πρόσφατη
σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου είναι η, με αριθμό 231/2018, με την
οποία επίσης καθορίσθηκε το τέλος χρήσης υπονόμων στο ύψος του ποσοστού 50% επί
της αξίας κατανάλωσης ύδατος. Σημειώνεται ότι στα σώματα των αποφάσεων, που
καθορίζουν το τέλος χρήσης υπονόμων, όσο και στα συνοδευτικά έγγραφα αυτών
(φάκελοι) ουδόλως αιτιολογείται ο, κατά, το προαναφερόμενο ποσοστιαίο ύψος,
προσδιορισμός του συγκεκριμένου τέλους.
1.3.- Το εν λόγω τέλος υπονόμων, όπως προαναφέρουμε επιβάλλεται στους
κατοίκους των Κοινοτήτων Ερυθρών και Βιλίων του Δήμου Μάνδρας Ειδυλλίας, που
χαρακτηρίζονται ως ημιαστικές ή ημιαγροτικές, δεδομένου ότι ένα μεγάλο ποσοστό
του πληθυσμού τους ασχολείται είτε κατά κύρια, είτε κατά δευτερεύουσα εργασιακή
δραστηριότητα με τον πρωτογενή οικονομικό τομέα (αγροτοκτηνοτροφικές
εκμεταλλεύσεις και δραστηριότητες). Περαιτέρω, οικιστικό χαρακτηριστικό των περιοχών των Κοινοτήτων αυτών είναι η
ύπαρξη οικοδομών, που είναι μονοκατοικίες ή διπλοκατοικίες, που έχουν ανεγερθεί
επί ακινήτων με μεγάλα εδαφικά περιθώρια ακαλύπτων χώρων, που χρησιμοποιούνται
ως περιβόλια ή κήποι. Αποτέλεσμα του χαρακτηριστικού αυτού είναι ότι κατά τους
θερινούς μήνες τριπλασιάζεται η
κατανάλωση ύδατος προκειμένου να εξυπηρετηθεί η ανάγκη διατήρησης και συντήρησης της, εντός των
ακινήτων αυτών, βλάστησης. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα την δραστική επιβάρυνση των
ιδιοκτητών με προσαυξημένα τέλη ύδρευσης και συνακόλουθα, δεδομένης της
αναφερόμενης στο εδάφιο 1.2 του παρόντος σημειώματος , με προσαυξημένα τέλη υπονόμων.
1.4.- Με βάση τον δημοτικό προυπολογισμό
εσόδων του οικονομικού έτους 2019, κατά το οικονομικό έτος 2018 βεβαιώθηκαν
έσοδα από τέλη χρήσης υπονόμων (αποχέτευσης) ύψους 260.084,60 ευρώ, ενώ
περαιτέρω με βάση τον προυπολογισμό εξόδων του οικονομικού έτους 2019
προβλέφθηκαν δαπάνες συντήρησης του αποχετευτικού δικτύου και για τις δύο
προαναφερόμενες Κοινότητες συνολικού ύψους 28.000 ευρώ (=3.000 ευρώ δαπάνες
απόφραξης δικτύου αποχέτευσης + 25.000 ευρώ δαπάνη επιστημονικής και τεχνικής
υποστήριξης λειτουργίας βιολογικών καθαρισμών).
2.- ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΥΠΟΝΟΜΩΝ
(ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ).
2.1.- Με τις διατάξεις της παρ.5
του άρθρου 102 του Συντάγματος ορίζονται επί λέξει τα εξής:
5. Το Κράτος λαμβάνει τα νομοθετικά,
κανονιστικά και δημοσιονομικά μέτρα που απαιτούνται για την εξασφάλιση της
οικονομικής αυτοτέλειας και των πόρων που είναι αναγκαίοι για την εκπλήρωση της
αποστολής και την άσκηση των αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης
με ταυτόχρονη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαχείριση των πόρων αυτών.
Νόμος ορίζει τα σχετικά με την απόδοση και κατανομή, μεταξύ των οργανισμών
τοπικής αυτοδιοίκησης, των φόρων ή τελών που καθορίζονται υπέρ αυτών και
εισπράττονται από το Κράτος. Κάθε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από κεντρικά ή
περιφερειακά όργανα του Κράτους προς την τοπική αυτοδιοίκηση συνεπάγεται και τη
μεταφορά των αντίστοιχων πόρων. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τον καθορισμό και
την είσπραξη τοπικών εσόδων απευθείας από τους οργανισμούς τοπικής
αυτοδιοίκησης."
2.2.- Με τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν.
1828/1989, ορίζονται μεταξύ άλλων οι οικονομικοί πόροι της Τοπικής
Αυτοδιοίκησης, στους οποίους περιλαμβάνονται τα τακτικά και έκτακτα έσοδα καθώς
επίσης και οι κεντρικοί αυτοτελείς πόροι. Μεταξύ των τακτικών δημοτικών εσόδων
περιλαμβάνονται οι φόροι και ανταποδοτικά τέλη.
2.3.- Ο δημοτικός φόρος συνιστά παροχή του ιδιώτη στους
Ο.Τ.Α. που δεν συνδέεται με αντίστοιχη ειδική αντιπαροχή από πλευράς του
τελευταίου. Η εν λόγω φορολογία δηλαδή αποσκοπεί στην κάλυψη των δημοτικών δαπανών στο σύνολό της. Την ειδοποιό διαφορά μεταξύ του δημοτικού φόρου
και του δημοτικού ανταποδοτικού τέλους συνιστά η ύπαρξη ειδικής αντιπαροχής. Το
δημοτικό ανταποδοτικό τέλος καταβάλλεται από τους πολίτες σε αντάλλαγμα της
ιδιαίτερης χρήσης ορισμένου δημοσίου έργου ή υπηρεσίας. Το τέλος καταβάλλεται
δηλαδή από τον πολίτη σε αντάλλαγμα της ιδιαίτερης χρησιμοποίησης δημοσίου
ορισμένου έργου ή υπηρεσίας. Σύμφωνα με
αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (138/2013, 1923/2009, 3442/1981) το ανταποδοτικό
τέλος είναι οικονομικό βάρος που καταβάλλεται από τον πολίτη που
επιδιώκει να απολαύσει συγκεκριμένη και ειδική αντιπαροχή εκ μέρους του
Κράτους. Το ανταποδοτικό τέλος διέπεται κατά βάση από τους κανόνες της
αντιστοιχίας μεταξύ παροχής και αντιπαροχής και της ελεύθερης αποδοχής ή
χρησιμοποίησης της παροχής από το χρήστη. Λόγω του δημόσιου χαρακτήρα της
ειδικής αντιπαροχής (π.χ. δημόσια υγεία, περίπτωση δημοσίου τέλους απορριμμάτων
θέλουμε δεν θέλουμε) η υποχρέωση καταβολής του ανταποδοτικού τέλους δεν
προϋποθέτει κατ’ ανάγκη την πραγματική χρησιμοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας στη
συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά αρκεί απλώς η δυνατότητα (ετοιμότητα) παροχής της
υπηρεσίας.
Τέλος, ουσιώδες στοιχείο
ανταποδοτικού τέλους είναι η ύπαρξη αναλογίας μεταξύ της παροχής του πολίτη και
της ειδικής αντιπαροχής. Το ύψος δηλαδή του τέλους είναι ανάλογο της
προσφερόμενης υπηρεσίας ενώ το ύψος του φόρου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.5 του
Συντάγματος είναι ανάλογο της φοροδοτικής του ικανότητας. Η διαφοροποίηση αυτή
είναι εύλογη καθόσον σε αντίθεση προς το φόρο που συνιστά «βάρος γενικού
οφέλους», το ανταποδοτικό τέλος συνιστά «βάρος ειδικού οφέλους» στο οποίο είναι
εφαρμοστέα η θεωρία του ανταλλάγματος.
2.4.- Η φορολογική αρµοδιότητα των Ο.Τ.Α. δεν είναι απεριόριστη, καθώς προβλέπονται περιορισµοί στο άρθρο 78 παρ. 1 και 4, του Συντάγµατος, σύµφωνα µε το οποίο είναι ανεπίτρεπτη η επιβολή ή η είσπραξη φόρων χωρίς τυπικό νόµο, που να καθορίζει το υποκείµενο της φορολογίας και το εισόδηµα, το είδος της περιουσίας, τις δαπάνες και τις συναλλαγές ή τις κατηγορίες τους, στις οποίες αναφέρεται ο νόµος. Επίσης το αντικείµενο της φορολογίας, ο φορολογικός συντελεστής, οι απαλλαγές ή εξαιρέσεις από τη φορολογία, δεν µπορούν να αποτελέσουν αντικείµενο φορολογικής εξουσιοδότησης.
2.5.- Με τη διάταξη της παρ.12 εδ.
α’ του άρθρου 25 του Ν. 1828/1989,
ορίζονται επί λέξει τα εξής:
«12. Με απόφαση του δημοτικού ή
κοινοτικού συμβουλίου μπορεί να επιβάλλονται τέλη ή εισφορές για υπηρεσίες ή
τοπικά έργα της περιοχής τους, που συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής,
στην ανάπτυξη της περιοχής και στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών. Τα τέλη
αυτά ή οι εισφορές αυτες έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα. Το ύψος των τελών ή
εισφορών, οι υπόχρεοι στην καταβολή τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια
ορίζονται με την ίδια απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου.»
2.6.- Περαιτέρω,
µε πλήθος αποφάσεων του Συµβουλίου της Επικρατείας που έχουν εξετάσει τη νοµιµότητα επιβολής
διαφόρων ανταποδοτικών τελών από Ο.Τ.Α., έχει κριθεί ότι η νοµιµότητα των τελών
αυτών εξαρτάται από την επαρκή αιτιολογία των αποφάσεων που τα επιβάλλουν, η
οποία πρέπει να περιλαµβάνεται είτε στο σώµα της απόφασης, είτε στον οικείο
φάκελο. Συγκεκριµένα, απαιτείται να
προβλέπονται σωρευτικά: (α) ο κύκλος των ωφελουµένων προσώπων, (β) το
συγκεκριµένο έργο ή υπηρεσία, (γ) η ειδική ωφέλεια για τους υπόχρεους καταβολής
και (δ) η αναλογική σχέση µεταξύ του κόστους για την πραγµατοποίηση έργων και
υπηρεσιών και των προσδοκώµενων εσόδων που θα προκύψουν από τα τέλη. Η αναλογία
αυτή εκφράζεται όχι κατ’ ανάγκην µε την απόλυτη ισοσκέλιση των δύο κονδυλίων
(εσόδων-εξόδων), αλλά µε µία κατά προσέγγιση αναλογική µεταξύ τους σχέση, η
οποία αναγκαίως υπόκειται και στις διαφοροποιήσεις από την επαλήθευση ή µη των προβλέψεων (ΣτΕ
2340/2017, 1620/2012 Ολομ., 2823,
2143/2014).. Επίσης, η ειδικότητα των τελών δεν
επιτρέπει την επιβολή τους για έργα που αποτελούν νοµοθετηµένο αντικείµενο των
αρµοδιοτήτων των Ο.Τ.Α., η χρηµατοδότηση των οποίων γίνεται από άλλα τακτικά
έσοδά τους. Τέλος, τα έσοδα από τα
ανταποδοτικά τέλη της παρ. 12 του άρθρου 25 ν. 1828/1989, πρέπει να
χρησιµοποιούνται µόνο για την κάλυψη των δαπανών που έχουν σχέση µε τις
υπηρεσίες ή τα έργα για τα οποία επιβάλλονται, και όχι για άλλες δαπάνες των
Ο.Τ.Α..
3. Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΥΠΟΝΟΜΩΝ
(ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ).
Το τέλος υπονόμων (αποχέτευσης) που έχει επιβληθεί, δυνάμει του
ισχύοντος Κανονισμού Υδρευσης – Αποχέτευσης και των σχετικών εκτελεστικών
αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Μάνδρας Ειδυλλίας, στις οποίες περιλαμβάνεται και η πλέον πρόσφατη, με
αριθμό 231/2018, είναι μη νόμιμο.
Ειδικότερα:
α) Οπως προεκθέτω και στο
ιστορικό του παρόντος σημειώματος από το έτος 2016 έως και σήμερα έχουν εκδοθεί
αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου Μάνδρας Ειδυλλίας, με τις οποίες το τέλος
χρήσης υπονόμων για της Κοινότητες Ερυθρών και Βιλίων, ως ποσοστό επί της
κατανάλωσης ύδατος, ορίσθηκε σε ποσοστό 50% επ΄αυτής. Τόσο στα σώματα των
αποφάσεων, που καθορίζουν το τέλος χρήσης υπονόμων, όσο και στους σχετικούς
φακέλους, ουδόλως αιτιολογείται ο, κατά, το προαναφερόμενο ποσοστιαίο ύψος,
προσδιορισμός του συγκεκριμένου τέλους. Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση και με
δεδομένο το γεγονός ότι υφίσταται ιδιομορφία ως προς το μέγεθος της κατανάλωσης
του υδατος στις Κοινότητες Ερυθρών και Βιλίων η τιμολόγηση του οποίου επηρεάζει
και τον προσδιορισμό του ύψους του τέλους υπονόμων, έπρεπε να υπήρχε και ειδική
και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Σύμφωνα με τα όσα προεκτίθενται στις μείζονες
σκέψεις του εδαφίου 2.6 του παρόντος, η νομιμότητα του τέλους αυτού εξαρτάται
από την επαρκή αιτιολογία των αποφάσεων που τα επιβάλλουν, η οποία πρέπει να
περιλαµβάνεται είτε στο σώµα της απόφασης, είτε στον οικείο φάκελο. Συγκεκριµένα, απαιτείται να προβλέπονται
σωρευτικά: (α) ο κύκλος των ωφελουµένων προσώπων, (β) το συγκεκριµένο έργο ή
υπηρεσία, (γ) η ειδική ωφέλεια για τους υπόχρεους καταβολής και (δ) η αναλογική
σχέση µεταξύ του κόστους για την πραγµατοποίηση έργων και υπηρεσιών και των
προσδοκώµενων εσόδων που θα προκύψουν από τα τέλη. Στην προκειμένη περίπτωση,
όχι μόνον δεν υφίσταται επαρκής αιτιολογία, αλλά ούτε καν αιτιολογία για την
επιβολή του τέλους και ως εκ τούτου οι αποφάσεις, που το επιβάλλουν είναι μη
νόμιμες.
β) Οπως προεκθέτω στο εδάφιο
1.4 του παρόντος με βάση τον δημοτικό προυπολογισμό εσόδων του οικονομικού
έτους 2019 κατά το οικονομικό έτος 2018 βεβαιώθηκαν έσοδα από τέλη χρήσης
υπονόμων (αποχέτευσης) ύψους 260.084,60 ευρώ, ενώ περαιτέρω με βάση τον
προυπολογισμό εξόδων του οικονομικού έτους 2019 προβλέφθηκαν δαπάνες συντήρησης
του αποχετευτικού δικτύου και για τις δύο προαναφερόμενες Κοινότητες συνολικού
ύψους 28.000 ευρώ (=3.000 ευρώ δαπάνες απόφραξης δικτύου αποχέτευσης + 25.000
ευρώ δαπάνη επιστημονικής και τεχνικής υποστήριξης λειτουργίας βιολογικών
καθαρισμών). Εν ολίγοις προκύπτει μία αναλογία 1 (δαπάνες για την λειτουργία της παρεχόμενης υπηρεσίας
αποχέτευσης) : 10 (έσοδα από τέλη χρήσης υπονόμων), η οποία σε κάθε περίπτωση
διαταράσσει την αρχή της αναλογικότητας που επιβάλει η ανταποδοτική φύση του
τέλους. Η εν λόγω διατάραξη, που υπερφαλαγγίζει την οποία αναλογική σχέση, που
πρέπει να υπάρχει μεταξύ των δύο κονδυλίων (εσόδων-εξόδων), δημιουργεί εύλογες
υπόνοιες περί μη νόμιμης μεταφοράς και χρήσης πόρων για έργα που αποτελούν
νοµοθετηµένο αντικείµενο των αρµοδιοτήτων των Ο.Τ.Α., η χρηµατοδότηση των
οποίων γίνεται από άλλα τακτικά έσοδά τους. Για μία ακόμη φορά επισημαίνω ότι,
τα έσοδα από τα ανταποδοτικά τέλη της παρ.
12 του άρθρου 25 ν. 1828/1989, πρέπει να χρησιµοποιούνται µόνο για την κάλυψη
των δαπανών που έχουν σχέση µε τις υπηρεσίες ή τα έργα για τα οποία
επιβάλλονται, και όχι για άλλες δαπάνες των Ο.Τ.Α.. Ως εκ τούτου και για τον
λόγο αυτόν (έλλειψη αναλογικότητας) οι αποφάσεις, που επιβάλλουν το τέλος
υπονόμων (αποχέτευσης) είναι μη νόμιμες.
γ) Σε συνέχεια, άλλως, σε
συνάρτηση των όσων παραθέτω στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο η ποσοτική
δυσαναλογία μεταξύ παροχής (τέλους υπονόμων) και αντιπαροχής (κάλυψη δαπανών
λειτουργίας και συντήρησης του αποχετευτικού δικτύου), αίρει ουσιαστικά τον
χαρακτήρα της ανταποδοτικότητας,
καθώς δεν αποτελεί αντάλλαγμα για την παροχή από τον ΟΤΑ κάποιας ιδιαίτερης
υπηρεσίας ειδικώς προς τα βαρυνόμενα με το τέλος πρόσωπα ή για την ιδιαίτερη
χρήση, από τα πρόσωπα αυτά, δημόσιου πράγματος, αλλά συνιστά στην
πραγματικότητα φόρο, επιβαλλόμενο προς αντιμετώπιση των εν γένει δαπανών
λειτουργίας του Δήμου Μάνδρας Ειδυλλίας προς επίτευξη των σκοπών του (πρβλ. ΣτΕ
1923/2009, 3442/1981). Συνεπώς, οι αποφάσεις που επιβάλλουν κατά αυτό το
περιεχόμενο το τέλος υπονόμων αντιβαίνουν στο άρθρο 78 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ
1923/2009), σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο εδάφιο 2.4 του παρόντος και είναι
μη νόμιμες.
4.- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ.
Το τέλος υπονόμων στους κατοίκους των
Κοινοτήτων Ερυθρών και Βιλίων του Δήμου Μάνδρας Ειδυλλίας, σύμφωνα με τα όσα
αναλυτικά προπαρατίθενται, συνιστά ένα de facto φόρο, η
επιβολή του οποίου, όχι απλά διαταράσσει την αρχή της αναλογικότητας, αλλά
ανατρέπει και την αρχή της ισονομίας. Για το λόγο αυτό επιβάλλεται η τοπική
διοίκηση να λάβει μέτρα με τα οποία κατ΄αρχάς θα απομειώνει το ύψος του τέλους
σε ανεκτά επίπεδα και στην συνέχεια θα το προσδιορίζει με βάση τόσο τους
κανόνες της επιστήμης όσο και κυρίως τις αρχές νομιμότητας, της χρηστής
διοίκησης και της ενδοδημοτικής συνοχής.
Δημοτική Κοινότητα Ερυθρών 3η Οκτωβρίου 2021
Παναγιώτης Απ.
Κουτσουλέλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου