Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2022

Ι.ΜΟΝΗ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ : 10 εύλογα ερωτήματα αναζητούν πειστικές απαντήσεις


 

Όπως έχουμε αναφέρει σε προγενέστερα σχετικά σημειώματά μας, η  Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία στις 04.12.2020, συνέταξε, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 25 παρ.1, εδαφ.. Β’ του Ν.4301/2014 και 47 παρ.3β του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (Κ.Χ.Ε.Ε. Ν.590/1977), συμβολαιογραφική πράξη έκθεσης απογραφής εκκλησιαστικών ακινήτων, την  οποία και μεταγράφει στα υποθηκοφυλακεία Ερυθρών και Θηβών[1] . Στην εν λόγω έκθεση απογραφής παρατίθενται είκοσι τρία (23) ακίνητα, τα οποία φέρονται, κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο τους μέρος, να βρίσκονται εντός της κτηματικής περιφέρειας της Δημοτικής Κοινότητας Ερυθρών του Δήμου Μάνδρας Ειδυλλίας, της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής, της Περιφέρειας Αττικής και κατά το μικρότερό τους μέρος εντός της Κτηματικής Περιφέρειας της Κοινότητας Δάφνης, του Δήμου Τανάγρας, της Περιφερειακής Ενότητας Βοιωτίας, της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Η συνολική έκταση των ακινήτων αυτών ανέρχεται σε 5.512.410,39 τετραγωνικά μέτρα ή σε 5.512,41 περίπου στρέμματα. Το μεγαλύτερο από τα ακίνητα, που περιλαμβάνεται στην έκθεση είναι αυτό, με τον αριθμό 23, που φέρεται να βρίσκεται στην θέση «ΛΙΒΑΔΙ – ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ», συνολικής έκτασης 5.213.035,00 τετραγωνικών μέτρων ή 5.213,035 στρεμμάτων. Περαιτέρω, με πλέον πρόσφατη έκθεση απογραφής[2], η Μονή Προφήτη Ηλία δήλωσε ότι έκταση 2.090 τετραγωνικών μέτρων, που βρίσκεται στην ίδια θέση, δηλαδή στην περιοχή με την φερόμενη ονομασία «ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ-ΛΙΒΑΔΙ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ», ανήκει σε αυτήν.

 

Η Μονή προκειμένου να θεμελιώσει τα εμπράγματα δικαιώματά της επί των ακινήτων, που περιγράφονται στις προαναφερόμενες εκθέσεις απογραφής, αναφέρεται σε ιστορικό (που περιλαμβάνεται ως ιδιαίτερο κεφάλαιο στις εκθέσεις), που φέρεται να βεβαιώνει την έννομη σχέση της με τα ακίνητα αυτά.

 

Από το λόγω ιστορικό προκύπτουν αβίαστα διάφορα εύλογα ερωτήματα ή και ομάδες ερωτημάτων, που χρήζουν εμπεριστατωμένης απάντησης. Από το σύνολο των ερωτημάτων αυτών ή των ομάδων των ερωτημάτων αυτών, επιλέγουμε για λόγους οικονομίας δέκα (10) , τα οποία και παραθέτουμε με το σημερινό μας σημείωμα. Συγκεκριμένα:

 

1. Η Μονή, φέρεται, κατ΄αυτήν, να έχει ιδρυθεί κατά τον 11ο  αιώνα μ.Χ. . Πως όμως θεωρείται ως χρόνος ίδρυσης ο προαναφερόμενος αιώνας, ενώ σύμφωνα, με την Υ.Α. Πολιτισμού και Επιστημών Β1/Φ26/8589/200/21.02.1985 έχει αξιολογηθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο λόγω της παλαιότητάς του, που ανάγεται χρονολογικά στους μεταβυζαντινούς χρόνους, δηλαδή στην χρονική περίοδο 1453 έως και 1830;[3]   

 

2. Γιατί, ενώ η Μονή φέρεται ως διαλυθείσα, σε εκτέλεση του, από  25.09.1833 Βασιλικού Διατάγματος[4], δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των διαλυόμενων μονών, που προσαρτάται στο εν λόγω διάταγμα;

 

3. Ακόμη και στην περίπτωση, κατά την οποία η Μονή διαλύθηκε, για ποιο λόγο η όποια περιουσία της παρέμεινε κατά κυριότητα σ΄αυτήν και δεν μεταβιβάσθηκε στο Εκκλησιαστικό Ταμείο, που συστάθηκε για να αξιοποιεί τις περιουσίες των διαλυμένων μονών;

 

4. Αν δεχθούμε ως δεδομένο ότι η Μονή διαλύθηκε σε εκτέλεση του προαναφερόμενου διατάγματος και ως εκ τούτου έπαυσε να διαθέτει νομική προσωπικότητα, πως είναι δυνατόν να δηλώνεται από τους εκπροσώπους της ότι έχει αποκτήσει την κυριότητα επί των δηλούμενων ακινήτων με τις προϋποθέσεις της τακτικής, άλλως της έκτακτης χρησικτησίας, δεδομένου  ότι (κατά τους σχετικούς ισχυρισμούς) τα ακίνητα αυτά είχαν περιέλθει στην Μονή από την εποχή της Οθωμανικής κυριαρχίας και από τότε έως και σήμερα τα νέμεται και τα κατέχει χωρίς να έχει ενοχληθεί από κανένα[5]. Πως είναι δυνατόν ένα ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο (λόγω διάλυσης) να ασκεί πράξεις νομής και κατοχής, ειδικότερα για το χρονικό διάστημα από το έτος 1833 (φερόμενος χρόνος διάλυσης της μονής) έως και το έτος 2008 (χρόνος ίδρυσης της Μονής, σύμφωνα με τα όσα πιο κάτω παραθέτουμε);

 

5. Με δεδομένη επίσης την διάλυση της Μονής, πως είναι δυνατόν αυτή να φέρεται ως μετέπειτα συγχωνευθείσα με την Μονή Φανερωμένης Σαλαμίνας. Είναι δυνατόν, είτε κατά το προισχύσαν βυζαντινορωμαικό δίκαιο είτε κατά το πλέον σύγχρονο αστικό δίκαιο να συγχωνεύονται δύο νομικά πρόσωπα, από τα οποία το ένα είναι ανύπαρκτο;

 

6. Πως είναι δυνατόν η Μονή να επικαλείται, προς θεμελίωση του δικαιώματος κυριότητας επί ακινήτων,  χρησικτησία, όταν αυτή είναι κατά τον νόμο[6] ανεπίτρεπτη σε βάρος του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΠΑΛΑΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ», το οποίο (σε περίπτωση διάλυσης) κατά τα προαναφερόμενα είναι ο νόμιμος δικαιούχος των ακινήτων αυτών;

 

7. Πως είναι δυνατόν η Μονή να ισχυρίζεται ότι νέμεται και κατέχει τα ακίνητα αυτά από τη εποχή της Οθωμανικής επικυριαρχίας, ενώ δεν επικαλείται κανενός είδους Οθωμανικό τίτλο, όπως λ.χ. ταπί, χοτζέτι ή βουγιουρδί;

 

8. Πως είναι δυνατόν να επικαλείται η Μονή ότι ειδικότερα νέμεται και κατέχει τμήμα του  ακινήτου με την φερόμενη ονομασία «ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ-ΛΙΒΑΔΙ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ», το οποίο δεν είναι άλλο από το αγροτικό κτήμα (Λειβάδι) έκτασης 23.260 (!!!) στρεμμάτων, το οποίο ανήκε, αρχικά στην Κοινότητα Μάνδρας, μεταγενέστερα στον ομώνυμο Δήμο και σήμερα πλέον στον Δήμο Μάνδρας Ειδυλλίας;[7].

 

9. Η επίκληση, από την Μονή, της, με αριθμό 4597/1934 απόφασης του «Εν Αθήναις Δικαστηρίου Πρωτοδικών», σημαίνει αυτή  (Μονή), επιφυλάσσεται και για την διεκδίκηση αγροτικής έκτασης 849,50 στρεμμάτων στην θέση Κουρμπάν Γεφύρι της κτηματικής περιφέρειας της Δημοτικής Κοινότητας Ερυθρών;[8].

 

10. Η Μονή τελικά πότε (επαν)ιδρύθηκε; Στις 21.05.2008 με το, με αριθμό 63/2008 Προεδρικό Διάταγμα[9]; Η στις 31.12.2019 με την, με αριθμό 4798/2356/05.11.2019, πράξη της Ιεράς Συνόδου Της Εκκλησίας Της Ελλάδος[10]; Για ποιο λόγο για την αυτή Μονή υφίστανται οι δύο προαναφερόμενες συστατικές πράξεις;   

 

«Είπα και ελάλησα και αμαρτίαν ουκ έχω»

 

Δημοτική Κοινότητα Ερυθρών 6η  Ιανουαρίου 2022

Παναγιώτης Απ. Κουτσουλέλος

Δημότης Μάνδρας Ειδυλλίας  

 



[1] Σχετική συμβολαιογραφική πράξη, με την οποία καταγράφεται το σύνολο της ακίνητης περιουσίας της Μονής.

[2]  Η, με αριθμό  616/05.10. 2021 έκθεση απογραφής εκκλησιαστικού ακινήτου της συμβολαιογράφου Αθηνών Μαριάνθης Λάμπρου Σταμαδιανού, η οποία έχει μεταγραφεί νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ερυθρών, στον τόμο  101 και με αριθμό 113

[3] Υ.Α. Β1/Φ26/8589/200 Υπουργού Πολιτισμού (Φ.Ε.Κ. Β’ φ.184/08.04.1985).

[4] θων, λέω Θεο Βασιλες τς λλάδος. π τ προτάσει το π τν κκλησιαστικν κα τς Παιδείας Γραμματέως μν 28 Αγούστου (9 Σεπτεμβρίου) 1833, περ φορολογίας κα μισθώσεως τν μοναστηριακν, διατάττομεν, 1. Κατ τν ναφορν τς Συνόδου, λα τ γκαταλελειμμένα κα ρημαμοναστήρια κα μοναστηριακ κτήματα θέλουν εσοδεύεσθαι π το νν δι τν Γενικν φόρων ες λογαριασμν το δημοσίου κα πρς τν σκοπουμένην βελτίωσιν τν κκλησιαστικν κα τς Παιδείας, 2. π τν ατν κατηγορίαν πάγονται κα τ ν τ π γράμμα Β. καταλόγω τς Συνόδου σημειούμενα μοναστήρια, ν ος λίγοι τινς μονάζουν κόμη κα νν, χι πλέον τν 6 μοναχν, φ΄ο οτοι μετατεθσιν ες λλα μοναστήρια.

[5] Σελίδα 8 της περίληψης  της  με αριθμό 19010/2020, έκθεσης απογραφής της συμβολαιογράφου Λιβαδειάς Αναστασίας Χ. Σταύρου

 

[6] Αρθρο 4 του Α.Ν. 1539/1938

[7] Σύμφωνα με τα όσα περιέχονται τόσο στην από 29.01.1936 πράξη της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Κτηματολογίου Μάνδρας, όσο και στην , με αριθμό 79/1971, απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Ορίων

[8] Απόφαση, με αριθμό 4597/1934 του Εν Αθήναις Δικαστηρίου Πρωτοδικών

[9] Φ.Ε.Κ. 91Α/21,05.2008

[10] Φ.Ε.Κ. Β’/4952/31.12.2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου